Авакян
Ρωσικά (ru)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαАвакян (ru) (Avakján) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Авакяна, ονομ. πληθ.: Авакяны) [2]
Συγγενικά
επεξεργασία- Аваков (Avákov, ρωσοποιημένη μορφή)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Авакян στη ρωσική Βικιπαίδεια
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Βλ. Տիգրան Ավետիսյան (Τιγκράν Αβετισιάν), Հայոց ազգանունների բառարան [Λεξικό αρμενικών επωνύμων] (Γιερεβάν, 2000), σ. 26α.
- ↑ Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός.