Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

χαλυβδοσωλήνας < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χαλυβδοσωλήνας αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία