↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φιλούμπα οι φιλούμπες
      γενική της φιλούμπας
    αιτιατική τη φιλούμπα τις φιλούμπες
     κλητική φιλούμπα φιλούμπες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φιλούμπα < φιλ(ί) + -ούμπα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φιλούμπα θηλυκό

  • (αργκό) φιλί, μεγάλο φιλί
    ※  Πολύ χαίρομαι και σας ευχαριστώ που σας αρέσουν αυτα που ανεβάζω. φιλούμπες (από μπλογκ, 9/1/2023, ανάκτηση 6/5/2023)
    ※  Ανταποδίδω τις φιλούμπες (από μπλογκ, 25/6/2009, ανάκτηση 6/5/2023)
    ※  Δωσε μια φιλουμπα στην κορακλα σου απο μενα αυριο για τα χρονια της πολλα. (από μπλογκ, 21/5/2009, ανάκτηση 6/5/2023)
    ΣτΕ: Ο τονισμός (έλλειψη τόνων) αντιγράφεται ακριβώς όπως στις πηγές

  Μεταφράσεις

επεξεργασία