τυπωτής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | τυπωτής | οι | τυπωτές |
γενική | του | τυπωτή | των | τυπωτών |
αιτιατική | τον | τυπωτή | τους | τυπωτές |
κλητική | τυπωτή | τυπωτές | ||
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- τυπωτής < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
τυπωτής αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
τυπωτής
|