τηλεσύνδεση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | τηλεσύνδεση | οι | τηλεσυνδέσεις |
γενική | της | τηλεσύνδεσης* | των | τηλεσυνδέσεων |
αιτιατική | την | τηλεσύνδεση | τις | τηλεσυνδέσεις |
κλητική | τηλεσύνδεση | τηλεσυνδέσεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, τηλεσυνδέσεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- τηλεσύνδεση < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίατηλεσύνδεση θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία τηλεσύνδεση
|