↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τεχνοδομή οι τεχνοδομές
      γενική της τεχνοδομής των τεχνοδομών
    αιτιατική την τεχνοδομή τις τεχνοδομές
     κλητική τεχνοδομή τεχνοδομές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τεχνοδομή < τεχνο- + δομή (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική technostructure)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τεχνοδομή θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία