Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συμεταβλητότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
συμεταβλητότητ
α
οι
συμεταβλητότητ
ες
γενική
της
συμεταβλητότητ
ας
των
συμεταβλητοτήτ
ων
αιτιατική
τη
συμεταβλητότητ
α
τις
συμεταβλητότητ
ες
κλητική
συμεταβλητότητ
α
συμεταβλητότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
συμεταβλητότητα
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
συμεταβλητότητα
θηλυκό
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συμεταβλητότητα