σβέλτα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈzvel.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σβέλ‐τα
Επίρρημα επεξεργασία
σβέλτα
Μεταφράσεις επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
σβέλτα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του σβέλτος