Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Η Σαχμαράν.

  Ετυμολογία επεξεργασία

σαχμαράν < (μεταγραφή) διαγλωσσική ορολογία shahmaran < περσική شاهماران (šâhmârân) < شاه (šâh, σάχης) + ماران (mârân, φίδια)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /saxmaˈɾan/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σαχμαράν θηλυκό άκλιτο

Άλλες μορφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • Shahmaran στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Μεταφράσεις επεξεργασία

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «σαχμαραν» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «σ».