Δείτε επίσης: ρουμπίνι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɾu.biˈni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ρου‐μπι‐νί
τονικό παρώνυμο: ρουμπίνι

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

ρουμπινί < ρουμπίν(ι) + [1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ρουμπινί ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

ρουμπινί άκλιτο

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

ρουμπινί: κλιτικός τύπος, ρουμπιν(ής) +

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

ρουμπινί

  Αναφορές επεξεργασία