Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πυροτεχνίτης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
πυροτεχνίτ
ης
οι
πυροτεχνίτ
ες
γενική
του
πυροτεχνίτ
η
των
πυροτεχνιτ
ών
αιτιατική
τον
πυροτεχνίτ
η
τους
πυροτεχνίτ
ες
κλητική
πυροτεχνίτ
η
πυροτεχνίτ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πυροτεχνίτης
<
πυρο-
+
-τεχνίτης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πυροτεχνίτης
αρσενικό
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πυροτεχνίτης