Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πρόκραμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
πρόκραμα
τα
προκράμα
τ
α
γενική
του
προκράμα
τ
ος
των
προκραμά
τ
ων
αιτιατική
το
πρόκραμα
τα
προκράμα
τ
α
κλητική
πρόκραμα
προκράμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πρόκραμα
<
προ-
+
κράμα
(
μεταφραστικό δάνειο
από
την αγγλική
pre-alloy
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πρόκραμα
ουδέτερο
(
σπάνιο
)
κράμα
(
ευγενούς
)
μετάλλου
,
π.χ.
χρυσού
, κατά τη
φάση
της
προεργασίας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πρόκραμα
αγγλικά
:
pre-alloy
(en)