πρωτομαγιάτικα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | πρωτομαγιάτικα | ||
γενική | των | πρωτομαγιάτικων | ||
αιτιατική | τα | πρωτομαγιάτικα | ||
κλητική | πρωτομαγιάτικα | |||
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
πρωτομαγιάτικα ουδέτερο στον πληθυντικό
- αινίγματα ή ανέκδοτα που συνηθίζεται να ακούγονται την Πρωτομαγιά
Επίρρημα
επεξεργασίαπρωτομαγιάτικα
- (χρονικό) κατά την ημέρα της Πρωτομαγιάς
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαπρωτομαγιάτικα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του πρωτομαγιάτικος