ποιηματάκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ποιηματάκι | τα | ποιηματάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | ποιηματάκι | τα | ποιηματάκια |
κλητική | ποιηματάκι | ποιηματάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ποιηματάκι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαποιηματάκι ουδέτερο
- μικρό ποίημα
Μεταφράσεις
επεξεργασία ποιηματάκι
|