Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πλύση εγκεφάλου < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική brainwash (με μεταφορική χρήση της λέξης πλύση, κατά το πλύση στομάχου)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈpli.si eŋ.ɟeˈfa.lu/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

πλύση εγκεφάλου θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία