περίπου
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- περίπου < → λείπει η ετυμολογία
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /peˈɾi.pu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐ρί‐που
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
περίπου
- κατά προσέγγιση· συνοδεύει συνήθως αριθμητικές εκφράσεις που αποδίδουν την εκτίμηση μιας ποσότητας ή τον προσδιορισμό χρόνου
- ↪ ζυγίζει περίπου 70 κιλά
- ↪ θα συναντηθούμε σε περίπου 10 λεπτά
ΣυνώνυμαΕπεξεργασία
- γύρω, λαϊκότερα: τριγύρω
- προσεγγιστικά
ΑντώνυμαΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
περίπου
|