πανηγυριώτισσα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πανηγυριώτισσα < πανηγυριώτης + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Ουσιαστικό επεξεργασία
πανηγυριώτισσα θηλυκό
- → δείτε τη λέξη πανηγυριώτης
Μεταφράσεις επεξεργασία
πανηγυριώτισσα
|
πανηγυριώτισσα θηλυκό
|