Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παιδοψυχιατρική οι παιδοψυχιατρικές
      γενική της παιδοψυχιατρικής των παιδοψυχιατρικών
    αιτιατική την παιδοψυχιατρική τις παιδοψυχιατρικές
     κλητική παιδοψυχιατρική παιδοψυχιατρικές
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

παιδοψυχιατρική < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παιδοψυχιατρική θηλυκό

  • ο κλάδος της ψυχιατρικής που ασχολείται με τα ιδιαίτερα προβλήματα της παιδικής ηλικίας

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία