ουπανισάδες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | ουπανισάδες | ||
γενική | των | ουπανισάδων | ||
αιτιατική | τις | ουπανισάδες | ||
κλητική | ουπανισάδες | |||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ουπανισάδες < αγγλική Upanishad < σανσκριτική उपनिषद्u (upaniṣad)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαουπανισάδες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ουπανισάδες
|