Δείτε επίσης: οὐδείς
πτώση ενικός
ονομαστική ουδείς ουδεμία ουδέν
γενική ουδενός ουδεμίας ουδενός
αιτιατική ουδέναν & ουδένα ουδεμία & ουδεμίαν ουδέν


  Ετυμολογία

επεξεργασία
ουδείς < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική οὐδείς < οὐδέ + εἷς (ούτε ένας)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /uˈðis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ου‐δείς

  Αντωνυμία

επεξεργασία

ουδείς - ουδεμία - ουδέν

Εκφράσεις

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • Το ρήμα που έχει ως υποκείμενό του την αντωνυμία ουδείς δεν παίρνει άλλη άρνηση, αντίθετα απ' ό,τι συμβαίνει όταν υποκείμενο του ρήματος είναι το κανείς. Γενικότερα, όταν κάποιος τύπος του ουδείς προηγείται του ρήματος, τότε αυτό δεν παίρνει άλλη άρνηση.
    ⮡  ουδείς ισχυρίστηκε κάτι τέτοιο
    κανείς δεν ισχυρίστηκε κάτι τέτοιο
    ⮡  ο ανασχηματισμός ουδένα εξέπληξε
    ο ανασχηματισμός κανένα δεν εξέπληξε
    ο ανασχηματισμός δεν εξέπληξε ουδένα/κανένα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία