Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μπροστέλα οι μπροστέλες
      γενική της μπροστέλας
    αιτιατική την μπροστέλα τις μπροστέλες
     κλητική μπροστέλα μπροστέλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μπροστέλα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μπροστέλα θηλυκό

  • (κεφαλονίτικο ιδίωμα) ποδιά

  Μεταφράσεις επεξεργασία