κτενίζω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίακτενίζω
Ετυμολογία
επεξεργασία- κτενίζω < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική κτενίζω
Ρήμα
επεξεργασίακτενίζω
- χτενίζω
- ※ 14ος αιώνας, ⌘ Διήγησις παιδιόφραστος τῶν τετραπόδων ζώων, ανωνύμου, στίχ. 484 (483-487), στο Wilhelm Wagner, (επιμ.), Carmina graeca medii aevi, Teubner, Λειψία 1874, σ. 141-178.
- καὶ περὶ τοῦ µαλλίου µου πολλὰ ἔχω νὰ λέγω,
βυρτζίζουσι, κτενίζουσιν καὶ νήθουσι τὸ νῆμα,
καὶ ἔκτοτε τὸ βάφουσιν πᾶσα λογὴν καὶ χρόαν,
κόκκινα, μαῦρα, κίτρινα, ὀξέα, γερανάτα,
καὶ ἄλλα τούτων πλείονα, χρειώδη πρὸς τὴν τέχνην,
- καὶ περὶ τοῦ µαλλίου µου πολλὰ ἔχω νὰ λέγω,
- ※ 14ος αιώνας, ⌘ Διήγησις παιδιόφραστος τῶν τετραπόδων ζώων, ανωνύμου, στίχ. 766 (766-767), στο Wilhelm Wagner, (επιμ.), Carmina graeca medii aevi, Teubner, Λειψία 1874, σ. 141-178.
- κτενίζουσιν, παστρεύουσιν καὶ ὁμαλίζουσί με,
καὶ ὥσπερ τὰς γυναῖκάς τους οὕτως μὲ ἀγαποῦσιν.
- κτενίζουσιν, παστρεύουσιν καὶ ὁμαλίζουσί με,
- ※ 16ος/17ος αιώνας Γεώργιος Χορτάτσης, Πανώρια, Πράξη Α', στίχ. 413 (413-414)
- Γιαῦτος θωρεῖς πὼς κάθουνται κιʼ ὁλημερνὶς κτενίζου
τὴν κεφαλὴ καὶ μὲ τσʼ ἀθοὺς τσʼ ὄμορφους τὴ στολίζου- Εμμανουήλ Κριαράς, Γεωργίου Χορτάτση, Πανώρια. Κριτική έκδοση με εισαγωγή, σχόλια και λεξιλόγιο Εμμανουήλ Κριαρά, Βυζαντινή και Νεοελληνική Βιβλιοθήκη, Θεσσαλονίκη 1975, σελ. 83
- ΣτΕ: Ο Γεώργιος Χορτάτσης αναφέρει ότι οι γυναίκες προσέχουν ιδιαίτερα την εξωτερική τους εμφάνιση για να φαίνονται αρεστές στους άντρες.
- Γιαῦτος θωρεῖς πὼς κάθουνται κιʼ ὁλημερνὶς κτενίζου
- ※ 14ος αιώνας, ⌘ Διήγησις παιδιόφραστος τῶν τετραπόδων ζώων, ανωνύμου, στίχ. 484 (483-487), στο Wilhelm Wagner, (επιμ.), Carmina graeca medii aevi, Teubner, Λειψία 1874, σ. 141-178.
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΡηματικοί τύποι
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- κτενίζω - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- σελ.20, Τόμος 9 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
- σελ. 203 1ου μέρους - Somavera, Alessio da / Ἀλέξιος ὁ Σουμαβέραιος (1709), Θησαυρός της ρωμαϊκής και της φραγκικής γλώσσας. Στο Παρίτζι:Από την τυπογραφίαν του Μιχαήλ Γκινιάρδ, ͵αψ΄ θ΄. Τesoro della lingua greca-volgare ed italiana. Parigi:Appresso Michele Guignard, M.DCC.IX. @anemi
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κτενίζω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασίακτενίζω
- χτενίζω άλογα
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἱππόλυτος, στίχ. 1174 (1173-1175)
- ἡμεῖς μὲν ἀκτῆς κυμοδέγμονος πέλας | ψήκτραισιν ἵππων ἐκτενίζομεν τρίχας | κλαίοντες·
- Κοντά στο κυματόδαρτο ακρογιάλι, | με την ξύστρα, τις χαίτες των αλόγων | χτενίζαμε και κλαίγαμε,
- Μετάφραση (1965): Κώστας Βάρναλης, Αθήνα: Κέδρος @greek‑language.gr
- ἡμεῖς μὲν ἀκτῆς κυμοδέγμονος πέλας | ψήκτραισιν ἵππων ἐκτενίζομεν τρίχας | κλαίοντες·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἱππόλυτος, στίχ. 1174 (1173-1175)
- (στη μέση φωνή) χτενίζω τα μαλλιά μου
- → δείτε παράθεμα στη μετοχή ενεστώτα μέσης φωνής κτενιζόμενος
Σύνθετα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- ἀκτένιστος
- κτείς
- κτενίδιον (υποκοριστικό)
- κτένιον (υποκοριστικό)
- κτενίον (υποκοριστικό)
- κτενιοποιός
- κτενισμός
- κτενιστής
- κτενιστικός
- κτενιστός
- κτενοειδής
- κτενοποιός
- κτενοπώλης
- κτενώδης
- κτενωτός
Πηγές
επεξεργασία- κτενίζω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- κτενίζω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.