κουτσά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kuˈt͡sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κου‐τσά
- τονικό παρώνυμο: κούτσα
Επίρρημα
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
κουτσά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κουτσός