κοπρολαλία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κοπρολαλία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
κοπρολαλία θηλυκό
- κοπρολαλία = ανήθικες λέξεις (Ιατρική, Κοπρολαλία, ανήκει στα σύνθετα φωνητικά τικ)
Μεταφράσεις επεξεργασία
κοπρολαλία
|