Ετυμολογία

επεξεργασία
κανελί < κανέλ(α) +

Ουσιαστικό

επεξεργασία

κανελί ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

επεξεργασία

κανελί άκλιτο

  • άκλιτος τύπος του κανελής για όλα τα γένη

Συγγενικά

επεξεργασία

 και δείτε τη λέξη κανέλα

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία