• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

επικροτώ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
επικροτώ < αρχαία ελληνική ἐπικροτέω, αρχαία ελληνική ἐπικροτῶ < ἐπί + κροτῶ < κρότος

Ρήμα

επεξεργασία

επικροτώ

  • συμφωνώ με μια ενέργεια και δηλώνω την υποστήριξή μου
    παράδειγμα  Επικροτώ το γεγονός ότι οι μουσικοί θα λάβουν το 20% των κερδών

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • επαινώ
  • επιδοκιμάζω

Συγγενικά

επεξεργασία
  • κρότημα
  • χειροκροτώ

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    επικροτώ
  • αγγλικά : applaud (en), condone (en)
  • γαλλικά : acquiescer (fr), approuver (fr)
  • γερμανικά : klatschen (de)
  • ισπανικά : appaudir (es)
  • ιταλικά : applaudire (it)
  • πορτογαλικά : applaudir (pt)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=επικροτώ&oldid=7127556"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Μαΐου 2025, στις 18:45

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    • Polski
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Μαΐου 2025, στις 18:45.
    • Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας