δημοτικόν
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαδημοτικόν
- αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του δημοτικός
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του δημοτικός
Δείτε επίσης
επεξεργασία- (καθαρεύουσα): δημοτικόν: ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου δημοτικός (εννοείται σχολεῖον) → δείτε τη λέξη δημοτικό