βραδυψυχισμός
Χρειάζεται τεκμηρίωση με παραπομπή σε κείμενο, εγχειρίδιο ή λεξικό. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βραδυψυχισμός < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαβραδυψυχισμός αρσενικό
- βραδύς ψυχικός ρυθμός (σκέψη, κίνηση, ομιλία)
Μεταφράσεις
επεξεργασία βραδυψυχισμός
|