Ετυμολογία

επεξεργασία
αφηγούμαι < αρχαία ελληνική ἀφηγοῦμαι

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.fiˈɣu.me/

αφηγούμαι (αποθετικό ρήμα)

  1. λέω, αναφέρω, παρουσιάζω γεγονότα με συνεχή ροή λόγου
    ο ναυτικός μάς αφηγήθηκε όλα τα δραματικά γεγονότα από το ναυάγιο
  2. (κατ’ επέκταση) παρουσιάζω μια ιστορία με εικόνες που μπορεί να συνοδεύονται από λόγο
    η τελευταία ταινία του σκηνοθέτη αφηγείται την ιστορία ενός περιθωριακού νέου

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία