ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει: → δείτε τις λέξεις ασθενής, οδοιπόρος, αμαρτία, ουκ και έχω < (καθαρεύουσα ) ἀσθενής καὶ ὁδοιπόρος ἁμαρτίαν οὐκ ἔχει (εκκλησιαστική γλώσσα)

  Παροιμία επεξεργασία

ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει

Σημειώσεις επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία