• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μακρά

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία

μακρά

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του μακρός
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μακρός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μακρά&oldid=3899277"
Τελευταία επεξεργασία στις 21 Μαΐου 2017, στις 16:25
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 21 Μαΐου 2017, στις 16:25.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie