Δείτε επίσης: ἀρχοντο-

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αρχοντο- < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀρχοντο- < ἄρχοντ(ας) + -ο- [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /aɾ.xon.do/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αρ‐χο‐ντο-

  Πρόθημα επεξεργασία

αρχοντο-, αρχοντό- και αρχοντ- πριν από φωνήεν

Σύνθετα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία