Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αρματοδρόμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
αρματοδρόμ
ος
οι
αρματοδρόμ
οι
γενική
του
αρματοδρόμ
ου
των
αρματοδρόμ
ων
αιτιατική
τον
αρματοδρόμ
ο
τους
αρματοδρόμ
ους
κλητική
αρματοδρόμ
ε
αρματοδρόμ
οι
Κατηγορία
όπως «
δρόμος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αρματοδρόμος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αρματοδρόμος
αρσενικό
ο αγωνιζόμενος σε αρματοδρομία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αρματοδρόμος