ανώνυμη εταιρεία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαανώνυμη εταιρεία θηλυκό
- (οικονομία, νομικός όρος) εμπορική εταιρεία της οποίας το εταιρικό κεφάλαιο είναι διαιρεμένο σε ίσης αξίας μετοχές, ανώνυμες ή ονομαστικές, ελεύθερα μεταβιβάσιμες
- συντομογραφία: ΑΕ
Μεταφράσεις
επεξεργασία ανώνυμη εταιρεία
|