αναρχοκαπιταλισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αναρχοκαπιταλισμός < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αναρχοκαπιταλισμός αρσενικό
- ακραία μορφή οικονομικής θεωρίας της ελεύθερης αγοράς η οποία εξυμνεί τον ατομικισμός προκειμένου να εξηγήσει πως θα ρυθμίζοταν η κοινωνία χωρίς την κρατική αυθεντία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αναρχοκαπιταλισμός
|