αλατισμός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αλατισμός < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίααλατισμός αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία αλατισμός
→ δείτε τη λέξη αλάτισμα |
Πηγές
επεξεργασία- αλατισμός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)