Δείτε επίσης: χαλκηδών

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Χαλκηδών
      γενική τῆς Χαλκηδόνος
      δοτική τῇ Χαλκηδόν
    αιτιατική τὴν Χαλκηδόν
     κλητική ! Χαλκηδών
3η κλίση, Κατηγορία 'κανών' όπως «κανών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Χαλκηδών < χαλκηδών

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Χαλκηδών θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία