Φωκαΐς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
Φωκᾱῐδ- | |||||
ονομαστική | ἡ | Φωκαΐς | αἱ | Φωκαΐδες | |
γενική | τῆς | Φωκαΐδος | τῶν | Φωκαΐδων | |
δοτική | τῇ | Φωκαΐδῐ | ταῖς | Φωκαΐσῐ(ν) | |
αιτιατική | τὴν | Φωκαΐδᾰ | τὰς | Φωκαΐδᾰς | |
κλητική ὦ! | Φωκαΐς* | Φωκαΐδες | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Φωκαΐδε | |||
γεν-δοτ | τοῖν | Φωκαΐδοιν | |||
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς | |||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Φωκαΐς < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαΦωκαΐς θηλυκό
- (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Φωκαεύς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΦωκαΐς θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Φωκαΐς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press