Πλέσσα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈple.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πλέσ‐σα
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- Πλέσσα < γενική ενικού του αρσενικού Πλέσσας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Πλέσσα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές επεξεργασία
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Πλέσσα | ||
γενική | της | Πλέσσας | ||
αιτιατική | την | Πλέσσα | ||
κλητική | Πλέσσα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Πλέσσα < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Πλέσσα θηλυκό
- (παρωχημένο) χωριό της Φωκίδας, πρώην ονομασία της Αμυγδαλιάς[1]
Δείτε επίσης επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Πλέσσα αρσενικό