Παγκαλιάδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Παγκαλιάδα < επώνυμο Πάγκαλος• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαΠαγκαλιάδα θηλυκό
- (πολιτική, μειωτικό) δημώδης - δημοσιογραφικός χαρακτηρισμός με σκωπτική επική προέκταση (κατά την Αινειάδα, Ιλιάδα κ.λπ) του συνόλου των διαφόρων δημοσίων δηλώσεων του πρώην πολιτικού Θεόδωρου Πάγκαλου που έχει προκαλέσει κατά καιρούς το κοινό αίσθημα.
Μεταφράσεις
επεξεργασία Παγκαλιάδα
|