Νικολαΐς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Νικολαΐς < αρχαία ελληνική Νικολαΐς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΝικολαΐς θηλυκό
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Νικολαΐς | αἱ | Νικολαΐδες |
γενική | τῆς | Νικολαΐδος | τῶν | Νικολαΐδων |
δοτική | τῇ | Νικολαΐδῐ | ταῖς | Νικολαΐσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | Νικολαΐδᾰ | τὰς | Νικολαΐδᾰς |
κλητική ὦ! | Νικολαΐς* | Νικολαΐδες | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Νικολαΐδε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Νικολαΐδοιν | ||
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς Συνήθως στον ενικό. | ||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΝικολαΐς θηλυκό