Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νεσλιχάν < προέλευσης από την τουρκική Neslihan

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νεσλιχάν θηλυκό, άκλιτο

  • γυναικείο όνομα
    ※  Μια νεαρή κοπέλα οδηγός στα ΚΤΕΛ. Αυτή είναι μια εικόνα που δεν βλέπουμε συχνά. Κι όμως η 22χρονη Νεσλιχάν Κιοσέ από τη Ροδόπη, έπαιζε από μικρή με αυτοκίνητα και ήθελε να γίνει επαγγελματίας οδηγός.
    «Νεσλιχάν Κιοσέ: Η 22χρονη μουσουλμάνα - οδηγός ΚΤΕΛ που εκτός από τα αυτοκίνητα λατρεύει και τη μόδα». thetoc.gr (13 Ιουν. 20)· πρόσβαση: 2023-09-11.

Σημειώσεις επεξεργασία

  • Κυριολεκτικά σημαίνει «αυτή που είναι από τη γενιά των Χαν», κατ' επέκταση την «ευγενή»· οπότε μπορεί να θεωρηθεί αντίστοιχο με το ελληνικό όνομα Ευγενία.

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • Neslihan στην αγγλική Βικιπαίδεια  
  • Neslihan στην τουρκική Βικιπαίδεια  

  Μεταφράσεις επεξεργασία