ΚΤΕΛ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ΚΤΕΛ < : Κοινό Ταμείο Εισπράξεων Λεωφορείων
Συντομομορφή
επεξεργασίαΚ.Τ.Ε.Λ. ουδέτερο άκλιτο ακρωνύμιο
- κοινοπραξία ιδιοκτητών λεωφορείων σε επίπεδο νομού
- το ΚΤΕΛ Μεσσηνίας ανακοίνωσε τα νέα δρομολόγια για Αθήνα και Θεσσαλονίκη
- ο τερματικός σταθμός των υπεραστικών λεωφορείων
- πάω στο ΚΤΕΛ να παραλάβω τους γονείς μου που έρχονται από την Αθήνα
Παράγωγα
επεξεργασίαΠολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΣημειώσεις
επεξεργασία- εφόσον η αναφορά γίνεται ειδικά σε ΚΤΕΛ ως εταιρεία, τότε χρησιμοποιείται το θηλυκό γένος, π.χ. η ΚΤΕΛ Νομού Αχαΐας ΑΕ
Δείτε επίσης
επεξεργασία- ΚΤΕΛ στη Βικιπαίδεια