Ναρθάκιον
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | Ναρθάκιον | ||
γενική | τοῦ | Ναρθακίου | ||
δοτική | τῷ | Ναρθακίῳ | ||
αιτιατική | τὸ | Ναρθάκιον | ||
κλητική ὦ! | Ναρθάκιον | |||
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ναρθάκιον < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ναρθάκιον ουδέτερο, μόνο στον ενικό
Πηγές επεξεργασία
- Ναρθάκιον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.