Μπογιαλαμάδες
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Μπογιαλαμάδες | ||
γενική | των | Μπογιαλαμάδων | ||
αιτιατική | τους | Μπογιαλαμάδες | ||
κλητική | Μπογιαλαμάδες | |||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μπογιαλαμάδες < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μπογιαλαμάδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (ελληνική ποικιλία αμπέλου) ποικιλία αμπέλου που καλλιεργείται στη βόρεια Ελλάδα και παράγει κόκκινο κρασί
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μπογιαλαμάδες
|