Δείτε επίσης: Μουσταφά

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μουσταφάς οι Μουσταφάδες
      γενική του Μουσταφά των Μουσταφάδων
    αιτιατική τον Μουσταφά τους Μουσταφάδες
     κλητική Μουσταφά Μουσταφάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μουσταφάς < αραβική مُصْطَفى (Muṣṭafaā, εκλεγμένος) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μουσταφάς αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία