↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Λαμπιτώ
      γενική τῆς Λαμπιτοῦς
      δοτική τῇ Λαμπιτοῖ
    αιτιατική τὴν Λαμπιτώ
     κλητική ! Λαμπιτοῖ
3η κλίση, ομάδα 'ἠχώ', Κατηγορία 'ἠχώ' όπως «ἠχώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Λαμπιτώ < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Λαμπιτώ, -οῦς θηλυκό

  • γυναικείο όνομα
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 6 (Ἐρατώ), 71.2
    Λευτυχίδης δὲ στερηθεὶς Ζευξιδήμου γαμέει δευτέρην γυναῖκα Εὐρυδάμην, ἐοῦσαν [τὴν] Μενίου [μὲν] ἀδελφεήν, Διακτορίδεω δὲ θυγατέρα, ἐκ τῆς οἱ ἔρσεν μὲν γίνεται οὐδέν, θυγάτηρ δὲ Λαμπιτώ, τὴν Ἀρχίδημος ὁ Ζευξιδήμου γαμέει δόντος αὐτῷ Λευτυχίδεω.
    Κι ο Λεωτυχίδας, όταν έχασε τον Ζευξίδαμο, παντρεύεται δεύτερη γυναίκα, την Ευρυδάμη, που ήταν αδερφή του Μενία και θυγατέρα του Διακτορίδη, που δεν του χάρισε κανένα αρσενικό παιδί, αλλά μια κόρη, τη Λαμπιτώ, που ο Λεωτυχίδας την έδωσε γυναίκα στον Αρχίδαμο, το γιο του Ζευξιδάμου.
    Μετάφραση (1993): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    ※  3ος κε αιώνας Διογένης Λαέρτιος, Βίοι καὶ γνῶμαι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ εὐδοκιμησάντων, 5.5.76 @scaife.perseus.org
    ἦν γὰρ ἐκ τῆς Κόνωνος οἰκίας, ὡς Φαβωρῖνος ἐν πρώτῳ τῶν Ἀπομνημονευμάτων φησίν, ἀλλʼ ἀστῇ καὶ εὐγενεῖ συνῴκει Λαμίᾳ τῇ ἐρωμένῃ, καθάπερ ὁ αὐτὸς ἐν τῷ πρώτῳ φησίν· ἀλλὰ καὶ ὑπὸ Κλέωνος πεπονθέναι ἐν τῷ δευτέρῳ ἱστορεῖ. Δίδυμος δʼ ἐν Συμποσιακοῖς καὶ Χαριτοβλέφαρον καὶ Λαμπιτὼ καλεῖσθαι αὐτόν φησιν ἀπό τινος ἑταίρας
    λείπει η μετάφραση
    Σχόλια στο Fritz Wehrli, Die Schule Des Aristoteles, Heft IV, Demetrios von Phaleron, 1968, σελ. 14 @archive.org
    ἀλλ᾽ ἀστῇ καὶ εὐγενεῖ συνώκει Λαμίᾳ τῇ ἐρωμένῃ (sc. Δημήτριος), καϑάπερ ὁ αὐτὸς (sс. Φαβωρῖνος) ἐν τῷ πρώτῳ (sc. τῶν ᾿Απομνημονευμάτων) φησίν. ἀλλὰ καὶ ὑπὸ Κλέωνος πεπονϑέναι ἐν τῷ δευτέρῳ ἱστορεῖ. Δίδυμος δ᾽ ἐν Συμποσιακοῖς καὶ Χαριτοβλέφαρον καὶ Λαμπιτὼ καλεῖσθαι αὐτόν φησιν ἀπό τινος ἑταίρας.

Άλλες μορφές

επεξεργασία