Ζησίς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Ζησίς | αἱ | Ζησίδες |
γενική | τῆς | Ζησίδος | τῶν | Ζησίδων |
δοτική | τῇ | Ζησίδῐ | ταῖς | Ζησίσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | Ζησίδᾰ | τὰς | Ζησίδᾰς |
κλητική ὦ! | Ζησίς* | Ζησίδες | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ζησίδε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ζησίδοιν | ||
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς Συνήθως στον ενικό. | ||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ζησίς < → λείπει η ετυμολογία + -ίς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΖησίς θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)