Ζαγορά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ζαγορά | ||
γενική | της | Ζαγοράς | ||
αιτιατική | τη | Ζαγορά | ||
κλητική | Ζαγορά | |||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζαγορά < πρωτοσλαβική *za (πίσω από) + *gora (βουνό)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαγορά θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- Ζαγοραίος / Ζαγοριανός
- Ζαγοραία / Ζαγοριανή
- → δείτε τη λέξη Ζαγόρι
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ζαγορά
|