Δειράδες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Δειράδες | ||
γενική | των | Δειραδών | ||
αιτιατική | τους | Δειράδες | ||
κλητική | Δειράδες | |||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Δειράδες < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Δειράδες
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ðiˈɾa.ðes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δει‐ρά‐δες
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔειράδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Δειράδες στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Δειράδες
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Δειράδες < Δειράδης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔειράδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Δειράδες - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.